Το 2009, στα πλαίσια της αποστολής LCROSS της NASA, ένα τμήμα του προωθητικού πυραύλου Centaur έπεσε σκόπιμα στην σεληνιακή επιφάνεια. Από την ανάλυση της πρόσκρουσης βγήκαν πολύτιμα συμπεράσματα σχετικά με τη σύσταση του σεληνιακού εδάφους. Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα ήταν η ανίχνευση διοξειδίου του άνθρακα στην επιφάνεια της Σελήνης. Παρέμενε όμως άγνωστη η ικανότητα του σεληνιακού εδάφους να διατηρεί τη συγκεκριμένη χημική ένωση, είτε σε στερεή είτε σε αέρια μορφή.
Ύστερα από υποθέσεις και εκτιμήσεις δεκαετιών, οι επιστήμονες κατάφεραν να εντοπίσουν τις επονομαζόμενες “ψυχρές παγίδες” αερίου διοξειδίου του άνθρακα στη σεληνιακή επιφάνεια. Οι περιοχές αυτές χαρακτηρίζονται ως “παγίδες” διότι προσφέρουν τις απαραίτητες συνθήκες για τη διατήρηση του διοξειδίου του άνθρακα σε αέρια ή στερεή μορφή. Πιο συγκεκριμένα, τον Οκτώβρη του 2021, δημοσιεύτηκε μια μελέτη σχετικά με τον εντοπισμό αυτών των ψυχρών παγίδων στις μόνιμα σκοτεινές περιοχές των πόλων της Σελήνης, όπου η θερμοκρασία μπορεί να πέσει ακόμα και στους -213 βαθμούς Κελσίου. Η συνολική έκταση που καλύπτουν αυτές οι “παγίδες” υπολογίζεται στα 204 τετραγωνικά χιλιόμετρα περίπου, με το μεγαλύτερο μέρος της έκτασης να βρίσκεται στην περιοχή του κρατήρα Amundsen. Στη συγκεκριμένη περιοχή υπάρχουν και “παγίδες” παγωμένου νερού, οι οποίες καλύπτουν μια κατά πολύ μεγαλύτερη έκταση σχεδόν 14.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Αυτό σημαίνει ότι εάν ένα αντικείμενο το οποίο περιέχει νερό (λ.χ. κομήτης) προσκρούσει στην επιφάνεια της Σελήνης, το νερό ενδέχεται τελικά να παγιδευτεί στο σεληνιακό χώμα.
Αν και είχε προβλεφθεί η ύπαρξη αυτών των ψυχρών παγίδων διοξειδίου του άνθρακα εδώ και δεκαετίες, είναι η πρώτη φορά που επικυρώνεται η ύπαρξή τους και γίνεται χαρτογράφηση των περιοχών που καταλαμβάνουν. Σύμφωνα με τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Geophysical Research Letters”, με επικεφαλής τον Dr. Norbert Schörghofer του Ινστιτούτου Πλανητικής Επιστήμης στην Αριζόνα, για να βρεθούν τα ψυχρότερα σημεία της σεληνιακής επιφάνειας χρειάστηκαν 11 έτη συλλογής δεδομένων από τον σεληνιακό δορυφόρο LRO (Lunar Radiometer Experiment) της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA). Το κύριο συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι οι συγκεκριμένες εκτάσεις πιθανότατα φιλοξενούν μεγάλες συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα σε στερεή μορφή.
Εφόσον επιβεβαιωθεί η ύπαρξη διοξειδίου του άνθρακα στο σεληνιακό υπέδαφος, είτε σε αέρια είτε σε στερεή μορφή, θα ανοίξουν νέοι δρόμοι στην εξερεύνηση της Σελήνης. Οι μελλοντικοί εξερευνητές του διαστήματος θα έχουν τη δυνατότητα να εκμεταλλευτούν αυτά τα αποθέματα διοξειδίου του άνθρακα, ώστε να παραγάγουν καύσιμα και άλλα υλικά τα οποία είναι απαραίτητα για τη διαβίωσή τους στον φυσικό δορυφόρο της Γης. Μάλιστα, στη σχετική μελέτη αναφέρεται ότι, επειδή αυτές οι πρώτες ύλες θα είναι περιορισμένες, θα χρειαστεί σωστή πολιτική διαχείριση και δημιουργία σχετικής νομοθεσίας για την εκμετάλλευσή τους. Επίσης, οι ερευνητές, μέσα από τη μελέτη της ποσότητας του σεληνιακού άνθρακα, θα μπορέσουν να διερευνήσουν τον τρόπο με τον οποίο σχηματίζονται οι οργανικές ενώσεις, αλλά και το είδος των μορίων που μπορούν να παραχθούν υπό τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούν στη Σελήνη. Τέλος, η εκτίμηση της ποσότητας του διοξειδίου του άνθρακα στη Σελήνη ενδέχεται να δώσει απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα των επιστημόνων σχετικά με την προέλευση του νερού και άλλων χημικών ενώσεων και στοιχείων, τόσο στη Σελήνη, όσο και στη Γη.